«Θα χρειαστεί περαιτέρω πρόοδος για να γεφυρωθούν οι διαφορές και είναι πολύ νωρίς για εικασίες σχετικά με την προοπτική για την επίτευξη συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο κατά τη διάρκεια αυτής της αποστολής». Στην αναφορά αυτή προχώρησε το ΔΝΤ λίγο μετά την ολοκλήρωση του Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου και στην αναφορά αυτή επιμένουν στελέχη του Ταμείου, τα οποία ερωτούνται για τις πιθανότητες επίτευξης προόδου έως το Eurogroup της 20ης Μαρτίου.
Η Ντέλια Βελκουλέσκου και τα λοιπά στελέχη της αποστολής του ΔΝΤ καταφθάνουν σήμερα στην Αθήνα προκειμένου να θέσουν τις επόμενες ημέρες το πλαίσιο συμφωνίας που επιθυμεί το Ταμείο προκειμένου να μετάσχει χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα. Και αυτό το πλαίσιο δεν αφορά μόνον στα δημοσιονομικά μεγέθη του 2018 και του 2019 και στις απαιτήσεις του Ταμείου για μείωση του αφορολόγητου και της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις, αλλά εκτείνεται σε πολλούς άλλους τομείς, από τα εργασιακά έως τα ενεργειακά και από το κτηματολόγιο έως το απόθεμα κεφαλαίων των τραπεζών.
Όπως σημειώνει το CNN Greece, από την πλευρά του ΔΝΤ, αλλά και των λοιπόν θεσμών θεωρείται δεδομένο ότι οι συνομιλίες που θα ξεκινήσουν αύριο με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και είναι προγραμματισμένο να ολοκληρωθούν – σε αυτόν το γύρο- στις 5 Μαρτίου δεν θα οδηγήσουν σε τελικό αποτέλεσμα και θα απαιτηθεί νέα «κάθοδος» των κλιμακίων μετά το Eurogroup της 20ης Μαρτίου. Εάν μάλιστα επιβεβαιωθούν και οι πληροφορίες που φέρουν την κυβέρνηση να διεξάγει μέσω συλλογικού διαπραγματευτικού οργάνου τις τρέχουσες διαβουλεύσεις αποκεντρώνοντας τις συζητήσεις από τους κ.κ. Ευκλείδη Τσακαλώτο και Γιώργο Χουλιαράκη – προκειμένου να μην τους χρεωθεί το όποιο δυσμενές αποτέλεσμα- τότε οι συζητήσεις αναμένεται να καθυστερήσουν ακόμη περισσότερο.
Αλλά η διαπραγμάτευση δεν εξαντλείται μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών. Το μέτωπο των Ευρωπαίων με το ΔΝΤ καλά κρατεί. Ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ σε χθεσινή του συνέντευξη ανέδειξε τα δημοσιονομικά μεγέθη, την ελάφρυνση χρέους, το χρόνο που η Ελλάδα θα πρέπει να καταγράφει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ και τις εκτιμήσεις για τις αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδος, έως τις βασικές διαφορές ΔΝΤ και ΕΕ. Αλλά αυτές οι εκκρεμότητες μόνον μικρές δεν είναι και δεδομένου ότι ξεπερνούν την εντολή των θεσμών και πρέπει να αποσαφηνιστούν σε ένα από τα επόμενα Eurogroup.
Η Κομισιόν υιοθετεί την εκτίμηση του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών για πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ το 2016, όταν το ΔΝΤ το τοποθετεί στο 0,9% του ΑΕΠ. Ακόμη, η ΕΕ εκτιμά ότι το 2017 θα επιτευχθεί ο στόχος του προγράμματος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ, δίνοντας επιπρόσθετα αυξημένες πιθανότητες για επίτευξη και του στόχου 3,5% για το 2018, χωρίς νέα μέτρα, κάτι που το Ταμείο αμφισβητεί. Το ΔΝΤ θα ανακοινώσει επισήμως τις αναθεωρημένες του προβλέψεις για την ελληνική οικονομία το νωρίτερο τον Απρίλιο στην έκθεσή του για τις Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές (World Economic Outlook), αν και θα δώσει ενδείξεις για το εάν δέχεται ή όχι τα νούμερα της ελληνικής κυβέρνησης στις συναντήσεις που ξεκινούν αύριο στο Χίλτον.
Πάντως, δεδομένου ότι καταγεγραμμένη θέση του Εκτελεστικού Συμβουλίου του ΔΝΤ είναι πως θα απαιτηθεί περαιτέρω ελάφρυνση χρέους για την αποκατάσταση της βιωσιμότητάς του, το Ταμείο θα επιμείνει στην γραμμή η ανακούφιση χρέους να συνδεθεί με ρεαλιστικές παραδοχές σχετικά με την ικανότητά της Ελλάδας να παράγει συνεχή πλεονάσματα και μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
Πηγή από την Ουάσιγκτον η οποία μίλησε στο CNN Greece προϊδέασε πως το ΔΝΤ θα πιέσει μέχρι τέλους προκειμένου τα πρωτογενή πλεονάσματα της Ελλάδος να μειωθούν αισθητά χαμηλότερα του 3% του ΑΕΠ για την περίοδο μετά το 2023 και αντίστοιχα θα επιμείνει στο ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να παράσχουν μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους στη χώρα.
Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή ανάλυση βιωσιμότητας χρέους ο πρωταρχικός στόχος για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ υποτίθεται ότι πρέπει να επιτευχθεί έως το 2018 και να διατηρηθεί για μια δεκαετία (2028). Σταδιακά αυτός μειώνεται στο 3,2% του ΑΕΠ έως το 2030 και συγκλίνει με την παραδοχή του ΔΝΤ για πλεόνασμα ύψους 1,5% του ΑΕΠ μόνο το 2040. Για να έλθει ωστόσο το ΔΝΤ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων οι Ευρωπαίοι δέχθηκαν να επανεξετάσουν τη θέση αυτή, αλλά μόνον εάν υπάρξει πρώτα συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (staff level agreement) με τις ελληνικές αρχές.
Αυτό το γεγονός ασκεί πρόσθετη πίεση στις ελληνικές αρχές για ταχεία συνομολόγηση συμφωνίας, καθώς όσο πιο γρήγορα ξεκαθαριστεί το τι μέλει γενέσθαι με τα πλεονάσματα και την ελάφρυνση χρέους τόσο πιο σύντομα θα ξεκαθαρίσει το εάν και πότε η Ελλάδα θα υπαχθεί στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ.