αρχικηΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΟ άνθρωπος που έγινε δισεκατομμυριούχος… από σπόντα

Ο άνθρωπος που έγινε δισεκατομμυριούχος… από σπόντα

Ήταν Νοέμβριος του 2015 και η δύο ετών εταιρεία λογισμικού Databricks, που ιδρύθηκε από επτά ερευνητές του Berkeley, εξελισσόταν πυρετωδώς, αλλά δεν είχε έσοδα.

Τα διευθυντικά της στελέχη αναμόχλευαν θέματα που είχαν συζητηθεί ξανά και ξανά. Η νεοφυής εταιρεία προσπαθούσε να συγκεντρώσει χρηματοδότηση τους τελευταίους πέντε μήνες, αλλά οι venture capitalists κρατούσαν αποστάσεις, καθώς ανησυχούσαν για τις μηδαμινές πωλήσεις της. Μην έχοντας επιλογή, ο εταίρος της NEA, Pete Sonsini, επενδυτής στην εταιρεία, ανέλαβε δράση προκειμένου να σώσει την εταιρεία, με μια “ένεση” $30 εκατ.

Επόμενο βήμα: η αλλαγή επικεφαλής. Όπως σημειώνει το Forbes, ο πρώτος Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας, Ion Stoica, συμφώνησε να αποχωρήσει και να επιστρέψει στα ακαδημαϊκά του καθήκοντα στο Πανεπιστήμιο Berkeley της Καλιφόρνια. Η λογική κίνηση θα ήταν να επιλεγεί για τη θέση ένα έμπειρο στέλεχος της Silicon Valley, όπως συνέβη δις στην περίπτωση του βασικού ανταγωνιστή της Databricks, Snowflake, εν όψει της ύψους $33 δισ. αρχικής δημόσιας προσφοράς (IPO) της, τον Σεπτέμβριο του 2020. Αντ’ αυτού, με την παρότρυνση του Stoica και των άλλων συνιδρυτών της εταιρείας, επελέγη ο Ali Ghodsi, που κατείχε τότε τη θέση του αντιπροέδρου μηχανικής.

“Ορισμένα από τα υπόλοιπα μέλη του ΔΣ θεωρούσαν ότι δεν έχει λογική να αντικαταστήσεις έναν ιδρυτή-καθηγητή με έναν άλλο”, θυμάται ο Ben Horowitz, ο πρώτος επενδυτής που στήριξε την εταιρεία. Και ο ίδιος αρχικά ήταν επιφυλακτικός στο να αναλάβει τα ηνία ένας ακαδημαϊκός χωρίς επιχειρηματική εμπειρία. Τελικά, επετεύχθη συμβιβασμός και ο Ghodsi ανέλαβε δοκιμαστικά, για ένα έτος.

Όπως παραδέχεται ο Horowitz, ο 42χρονος Ghodsi, εξελίχθηκε στον καλύτερο CEO μεταξύ των εκατοντάδων εταιρειών που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο της Andreessen Horowitz. Η δε Databricks βρίσκεται σε τροχιά να αποτελέσει την μεγαλύτερη επιτυχία της εταιρείας στον χώρο του λογισμικού χάρη στην πρόσφατη αποτίμησή της στα $28 δισ., αξία 110 φορές μεγαλύτερη ό,τι είχε την εποχή που ανέλαβε τα “ηνία” ο Ghodsi. Η Databricks διαθέτει πλέον περισσότερους από 5.000 πελάτες και το Forbes εκτιμά ότι θα κλείσει το 2021 με έσοδα άνω των $500 εκατ., από $275 εκατ. που κατέγραψε πέρυσι. Συμπεριλαμβάνεται στην τελευταία λίστα του Forbes “AI50”, ήταν πέμπτη στην περσινή λίστα “Cloud 100”, ενώ σύντομα δεν αποκλείεται να προχωρήσει σε IPO, ενδεχομένως την πιο προσοδοφόρα στην ιστορία των εταιρειών λογισμικού. Προς το παρόν, το “μαγικό ραβδί” του Ghodsi έχει χρίσει τουλάχιστον τρεις από τους ιδρυτές της δισεκατομμυριούχους -τον ίδιο, τον Stoica και τον επικεφαλής τεχνολόγο Matei Zaharia- οι οποίοι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Forbes, κατέχουν ποσοστά μεταξύ 5% και 6%, αξίας $1,4 δισ. και άνω.

Πρόκειται για ένα εκπληκτικό επίτευγμα που γίνεται ακόμη πιο αξιομνημόνευτο από το γεγονός ότι πολλοί από τους αρχικούς ιδρυτές της εταιρείας, και ιδιαίτερα ο Ghodsi, ήταν τόσο ενθουσιασμένοι με το ακαδημαϊκό τους έργο που δεν είχαν καμία διάθεση να ξεκινήσουν μια εταιρεία – ή να τιμολογήσουν την τεχνολογία που ανέπτυξαν, τον επαναστατικό κώδικα Spark. Όμως, όταν οι ερευνητές το πρόσφεραν σε επιχειρήσεις ως εργαλείο ανοιχτού κώδικα, η απάντηση που έλαβαν ήταν πως δεν ήταν “έτοιμο για εμπορική χρήση”. Με άλλα λόγια, η Databricks ήταν το απαραίτητο βήμα για την εμπορευματοποίησή του.

“Ήμασταν ένα μάτσο χίπηδες του Berkeley που θέλαμε να αλλάξουμε τον κόσμο”, λέει ο Ghodsi. “Θα τους λέγαμε: απλώς πάρτε το λογισμικό δωρεάν· και θα απαντούσαν: Όχι, πρέπει να σας δώσουμε $1 εκατ”.

Το πρωτοποριακό λογισμικό της Databricks χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για να συνδυάσει βάσεις δεδομένων με “λίμνες δεδομένων” (data lakes – φθηνά, ανεπεξέργαστα αποθετήρια δεδομένων) για να δημιουργήσει αυτό που αποκαλεί “lakehouses”. Οι χρήστες εισάγουν τα δεδομένα τους και η τεχνητή νοημοσύνη κάνει προβλέψεις για το μέλλον. Ο John Deere, για παράδειγμα, εγκαθιστά αισθητήρες στον αγροτικό εξοπλισμό του για διάφορες μετρήσεις, π.χ. τη θερμοκρασία του κινητήρα και τις ώρες χρήσης. Η Databricks χρησιμοποιεί αυτά τα ανεπεξέργαστα δεδομένα για να προβλέψει πότε ένα τρακτέρ είναι πιθανό να χαλάσει. Οι εταιρείες ηλεκτρονικού εμπορίου χρησιμοποιούν το λογισμικό για να τους προτείνει αλλαγές στους ιστοτόπους τους που θα αυξήσουν τις πωλήσεις. Χρησιμοποιείται επίσης για τον εντοπισμό κακόβουλων παραγόντων – τόσο στα χρηματιστήρια όσο και στα κοινωνικά δίκτυα.

Ο Ghodsi λέει ότι η Databricks είναι έτοιμη να αριβάρει για το χρηματιστήριο σύντομα. Βρίσκεται σε τροχιά να επιτύχει έσοδα $1 δισ. το επόμενο έτος, σημειώνει ο Sonsini. Μελλοντικά δεν αποκλείεται να φτάσει τα $100 δισ. λέει ο Ghodsi – ακόμη και αυτό το ποσό θα μπορούσε αποτελεί συντηρητική εκτίμηση. Απλά μαθηματικά: Η επιχειρηματική τεχνητή νοημοσύνη είναι ήδη μια αγορά αξίας τρισεκατομμυρίων δολαρίων και το σίγουρο είναι ότι θα αναπτυχθεί περαιτέρω. Εάν ο ηγέτης της αγοράς εξασφαλίσει μόλις το 10%, λέει ο Ghodsi, μιλάμε για έσοδα “πολλών εκατοντάδων δισεκατομμυρίων”.

Επι τέσσερα χρόνια κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν-Ιράν, και καθώς ο Ayatollah Khomeini εξάλειφε τους πολιτικούς αντιπάλους του με την ελπίδα να εδραιώσει τη βασιλεία του, η οικογένεια Ghodsi, που ανήκε στην ανώτερη τάξη, έγινε στόχος της επανάστασης και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την περιουσία της και να καταφύγει στη Σουηδία, την πρώτη χώρα που τους χορήγησε βίζα. Ήταν το 1984, και για τον 5χρονο τότε Ali Ghodsi, που οι μόνες αναμνήσεις που έχει από την πατρίδα του είναι οι βομβαρδισμοί και οι σειρήνες, ήταν η αρχή ενός ταξιδιού που θα διαρκούσε δεκαετίες.

Ο Ghodsi έδειξε τα πρώτα δείγματα της ευφυίας του ως μηχανικός πολύ νωρίς. Οι γονείς του δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν στα παιδιά τους καινούρια δώρα. Κάποια στιγμή, αγόρασαν στον Ali έναν μεταχειρισμένο προσωπικό υπολογιστή Commodore 64 με κασέτα για παιχνίδια, σε τιμή ευκαιρίας καθώς ο προσαρμογέας της κασέτας ήταν κατεστραμμένος. Μαθητής της τετάρτης τάξης του δημοτικού ακόμα, ο Ali άρχισε να διαβάζει εγχειρίδια και σύντομα έμαθε να γράφει κώδικα για να δημιουργήσει δικά του παιχνίδια. “Ήμουν από τους κολλημένους με την τεχνολογία σπασίκλες”, λέει γελώντας.

Η εμμονή του συνεχίστηκε και κατά τη φοίτησή του στο πανεπιστήμιο Mid Sweden, όπου φοίτησε ένα επιπλέον έτος για να κάνει μεταπτυχιακό στη μηχανική υπολογιστών και στη διοίκηση επιχειρήσεων. Στη συνέχεια κέρδισε μια θέση στο KTH Royal Institute of Technology, το σουηδικό ισοδύναμο του MIT ή του CalTech, όπου έκανε διδακτορικό στην επιστήμη των υπολογιστών, το 2006.

Το 2009, ο 30χρονος Ghodsi έφτασε στις ΗΠΑ ως ακαδημαϊκός επισκέπτης στο UC Berkeley, όπου έκανε και την πρώτη του επαφή με τη Silicon Valley. Παρά την κατάρρευση της φούσκας dot-com εννέα χρόνια νωρίτερα και τη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση, η καινοτομία ήταν στο αποκορύφωμά της. Το Facebook μετρούσε μόλις πέντε χρόνια ζωής, ενώ οι Airbnb και Uber διένυαν το πρώτο έτος λειτουργίας τους.

“Αποδεικνύεται ότι εάν πάρεις τους αλγόριθμους νευρωνικών δικτύων της δεκαετία του 1970, και χρησιμοποιήσεις πολύ περισσότερα δεδομένα και σύγχρονο hardware, τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά”, λέει ο Ghodsi.

Σε αντίθεση με πολλούς ξένους μετ’ έπειτα επιχειρηματίες, ο Ghodsi μπόρεσε να μείνει στην Αμερική λαμβάνοντας ειδικές βίζες για τις “εξαιρετικές του ικανότητες”. Στο Berkeley, ένωσε τις δυνάμεις του με τον 24χρονο τότε Matei Zaharia, που έκανε το διδακτορικό του, για την ανάπτυξη ενός λογισμικού επεξεργασίας δεδομένων, που ονόμασαν Spark. Το δίδυμο ήθελε να αναπαράγει αυτό που έκαναν οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας με τα νευρωνικά δίκτυα, χωρίς όμως το περίπλοκο περιβάλλον εργασίας.

“Η ομάδα μας ήταν από τις πρώτες που ασχολήθηκε με την απλοποίηση της επεξεργασίας πολύ μεγάλων συνόλων δεδομένων για άτομα που δεν ασχολούνται με την ανάπτυξη λογισμικού”, λέει ο Zaharia.

Το Spark αποδείχθηκε εξαιρετικά αποτελεσματικό. Σημείωσε παγκόσμιο ρεκόρ στην ταχύτητα ταξινόμησης δεδομένων το 2014 και “χάρισε” στον Zaharia ένα βραβείο για την καλύτερη διατριβή στην επιστήμη των υπολογιστών. Θέλοντας να χρησιμοποιήσουν το εργαλείο τους εταιρείες, κυκλοφόρησαν τον κώδικα δωρεάν, αλλά σύντομα συνειδητοποίησαν ότι δεν προσέλκυσε πολλά βλέμματα.

Το 2012, μια ομάδα επτά ακαδημαϊκών αποφάσισε να ιδρύσει την Databricks. Την επιχειρηματική εμπειρία θα έβαζαν ο επιβλέπον της διατριβής του γεννημένου στη Ρουμανία Zaharia, Scott Shanker και ο επίσης Ρουμάνος συνάδελφός του Ion Stoica, αμφότεροι διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί. Ο Stoica ήταν ανώτερο στέλεχο στην $300 εκατ. νεοφυή εταιρεία ροής περιεχομένου Conviva, ενώ ο Shenker ήταν ο πρώτος διευθύνων σύμβουλος της Nicira, μιας εταιρείας δικτύων που πωλήθηκε το 2012 στην VMware έναντι περίπου $1,3 δισ. Ο Stoica θα αναλάμβανε διευθύνων σύμβουλος και ο Zaharia επικεφαλής τεχνολόγος. Ο Shenker, ο οποίος μετείχε στο διοικητικό συμβούλιο, κανόνισε την αρχική συνάντηση των ερευνητών με τον Ben Horowitz, πρώιμο επενδυτή στην Nicira, αλλά αυτοί σχεδόν απέρριψαν την ιδέα.

“Δεν θέλαμε τα λεφτά του διότι δεν ήταν ερευνητής”, λέει ο Ghodsi. “Θέλαμε κάποια αρχική χρηματοδότηση, ίσως μερικές εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια, να αναπτύξουμε τον κώδικα για έναν χρόνο και να δούμε τα επόμενα βήματα”.

Ωστόσο, μια καλοκαιρινή μέρα, στα νέα γραφεία τους, μόλις ένα τετράγωνο μακριά από την πανεπιστημιούπολη, οι ιδρυτές της Databricks περίμεναν τον Horowitz, αναλογιζόμενοι ποιο ποσό θα ήταν πολύ μεγάλο για να το απορρίψουν. Ο Horowitz άργησε κατά μία ώρα: “Δεν πρόκειται να διαπραγματευτώ μαζί σας παιδιά. Θα κάνω μια προσφορά, τη δέχεστε ή όχι”. Η προσφορά ήταν πολύ καλή για να απορριφθεί: $14 εκατ. κεφάλαιο με αποτίμηση $50 εκατ.

“Τέτοιες ιδέες έχουν χρονικό όριο”, εξηγεί ο Horowitz. “Για τους περισσότερους, μια αρχική χρηματοδότηση θα ήταν η σωστή επιλογή, αλλά όχι για αυτά τα παιδιά”.

Σύντομα ο Stoica έβαλε ως δεύτερο επενδυτή στην εταιρεία τον εταίρο της NEA, Sonsini, επίσης απόφοιτο του Berkeley, αξιοποιώντας τη γνωριμία που είχε μαζί του από την εποχή της Conviva. Η εταιρεία του Sonsini επένδυσε στην Databricks -παρότι είχε μηδενικά έσοδα το 2014- λόγω των προοπτικών της. (“Σχεδίαζα να ηγηθώ του πρώτου γύρου χρηματοδότησης, αλλά ο Horowitz την έκλεψε μέσα από τα χέρια μου”, λέει.) Η επένδυση των $33 εκατ. εκτίναξε την αποτίμηση της νεοφυούς εταιρείας στα $250 εκατ., μόλις 13 μήνες μετά την ίδρυσή της.

Αναμένοντας επιτάχυνση της ανάπτυξής της, η Databricks μετέφερε τα κεντρικά της γραφεία από το “σεμνό” γραφείο στο Berkeley στον 13ο όροφο ενός ουρανοξύστη στο οικονομικό κέντρο του Σαν Φρανσίσκο. Δεν τους πείραξε ο γρουσούζικος αριθμός, άλλωστε όπως λέει ο Ghodsi ίσως γι’ αυτό τον λόγο ήταν τόσο καλή η τιμή του. Παρ’ όλα αυτά, δεν πέρασαν μερικοί μήνες και η κακή τύχη έκανε την εμφάνισή της.

“Αργήσαμε να καταλάβουμε ότι διεκδικούμε μερίδιο της αγοράς”, λέει ο Horowitz. Μεγαλύτεροι παίκτες όπως οι Amazon Web Services και Cloudera είχαν ξεπεράσει την Databricks και ενσωμάτωσαν το Spark στα προϊόντα τους. “Όλοι οι ανταγωνιστές έλεγαν πόσο λατρεύουν το Spark”, λέει ο Ghodsi. “Αλλά εμείς δεν είχαμε σχεδόν καθόλου έσοδα”.

Άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του, τον Ιανουάριο του 2016, ο Ghodsi προέβη σε τρεις καταλυτικές κινήσεις: Πρώτον, στελέχωσε το τμήμα πωλήσεων με κόσμο που ήξερε πώς να προσεγγίσει τους επικεφαλής πληροφορικής των επιχειρήσεων· δεύτερον, ενίσχυσε τη διοίκηση της Databricks με έμπειρα στελέχη· και τρίτον δημιούργησε πρωτότυπες λειτουργίες του λογισμικού ώστε να υπάρχει προϊόν προς πώληση. Εκείνη την εποχή ο κώδικας του λογισμικού ήταν πλήρως ανοικτός. “Δεν παρείχαμε κάτι εξειδικευμένο, διότι [άλλες εταιρείες] είχαν το σύνολο του Spark δωρεάν”, λέει ο Ghodsi.

Σε ένα έτος, όλη η διοικητική ομάδα της εταιρείας είχε αλλάξει, περιλαμβάνοντας βετεράνους του τεχνολογικού κλάδου που είχαν συμβάλει στην επιτυχή προσέγγιση εταιρειών όπως οι AppDynamics και Alteryx. Ο Ghodsi έδωσε στα παλαιά στελέχη την επιλογή να παραμείνουν εφόσον όμως θα λογοδοτούσαν στους διαδόχους τους. “Αν ήταν αρκετά έξυπνοι, θα έβαζαν το εγώ τους στην άκρη”, λέει. Μόνο δύο από τους επτά ιδρυτές της εταιρείας παραιτήθηκε.

Η νέα πλατφόρμα της Databricks αποδείχθηκε δημοφιλής, καθώς αξιοποίησε τον “πυρήνα” του Spark καλύτερα από τους “αντιγραφείς” της. “Οι άλλοι μόλις που καταλάβαιναν τον τρόπο λειτουργίας του Spark”, λέει ο Ghodsi. Και καθώς οι ιδρυτές της εταιρείας ήταν οι δημιουργοί του Spark, ανέπτυσσαν και ενσωμάτωναν νέα χαρακτηριστικά πολύ πριν διατεθούν δημόσια. “Είμαστε πάντα ένα ή δύο χρόνια μπροστά από τους άλλους”.

Οι πωλήσεις αυξήθηκαν ραγδαία, φτάνοντας τα $12 εκατ. το 2016. “Το πρώτο έτος ήταν τόσο θεαματικό που ήταν προφανές ότι ο Ali έπρεπε να παραμείνει διευθύνων σύμβουλος”, λέει ο Horowitz. Με άλλα λόγια κέρδισε την εμπιστοσύνη του κι έτσι ο διάσημος επενδυτής έστειλε μια συστατική επιστολή στον διευθύνοντα σύμβουλο της Microsoft, Satya Nadella, επισημαίνοντάς του ότι η Databricks πρωτοστατεί στους τομέις της τεχνητής νοημοσύνης και των big data.

Ο Nadella ανταποκρίθηκε άμεσα. “Πρότεινε αρκετούς εξέχοντες υπαλλήλους της Microsoft, που ξαφνικά ήταν πολύ πρόθυμοι να συνεργαστούν στενά μαζί μας”, λέει ο Ghodsi, ο οποίος είχε προσπαθήσει μάταια για χρόνια να προσεγγίσει τον επικεφαλής της Microsoft.

Οι δύο εταιρείες συνεργάστηκαν για να ενσωματώσουν την Databricks απευθείας στο Azure, την υπηρεσία cloud της Microsoft, με πωλήσεις $59,5 δισ. το 2020. Η Microsoft προωθεί τώρα το “Azure Databricks” στους υποψήφιους πελάτες της, ενώ το 2019 ο τεχνολογικός κολοσσός επένδυσε στην εταιρεία του Ghodsi.

Ο Ghodsi λέει ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερο μυστήριο γύρω από τον τρόπο λειτουργίας της Databricks: Απλώς τροφοδοτεί με τεράστιες ποσότητες δεδομένων αλγόριθμους για να εκπαιδεύσει μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης, μέσω της ανάλυσής τους, να κάνουν προβλέψεις. “Δεν υπάρχει κάποια μυστική συνταγή”.

Αλλά οι ανταγωνιστικές της Databricks βρίσκονται πάντα ένα βήμα πίσω, στην προσπάθειά τους να συμβαδίσουν σε ό,τι αφορά είτε την επεξεργασία δεδομένων είτε τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης. “Ως ακαδημαϊκοί, βλέπουμε τη μεγάλη εικόνα, το μέλλον”, λέει ο Ghodsi.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της πορείας της, η Databricks προωθούσε παράλληλα τη διεύρυνση της δραστηριότητάς της πέραν του Spark. Το 2018, λάνσαρε το MLflow για τη διαχείριση έργων μηχανικής μάθησης και ένα χρόνο αργότερα παρουσίασε το Delta Lake, ένα λογισμικό που μετατρέπει τις υπάρχουσες “λίμνες δεδομένων” σε “lakehouses”, έτσι ώστε οι εταιρείες να μην χρειάζεται να ξεκινήσουν από το μηδέν. Αμφότερα σημείωσαν επιτυχία. Το Spark, σύμφωνα με Ghodsi, αποτελεί μόλις το 5% των λόγων που οι πελάτες χρησιμοποιούν την Databricks.

“Όλες οι άλλες εταιρείες ανοικτού κώδικα εξακολουθούν να ασχολούνται με το προϊόν με το οποίο ξεκίνησαν. Η Databricks έχει πάει πολύ πιο πέρα ​​από το Spark”, λέει ο Horowitz, του οποίου η πρώιμη επένδυση στην εταιρεία τον τοποθέτησε στην 38η θέση της φετινής λίστας του Forbes με τους “Μίδες” της τεχνολογίας. Η αρχική του επένδυση των $14 εκατ., σήμερα αποτιμάται στα $8,9 δισ.

Τον Φεβρουάριο, η Databricks συγκέντρωσε χρηματοδότηση $1 δισ. και εδραίωσε τη θέση της ως μία από τις πολυτιμότερες νεοφυείς επιχειρήσεις στον κόσμο. Τα “φρέσκα” κεφάλαια της εξασφαλίζουν ένα σημαντικό “όπλο” στη μάχη διεκδίκησης συμβολαίων από τις μεγαλύτερες εταιρείες του πλανήτη. Κανείς από τους ανταγωνιστές της δεν αποτελεί μεγαλύτερη απειλή από τη Snowflake, τον κορυφαίο και πρόσφατα εισαχθέντα στο χρηματιστήριο πάροχο αποθήκευσης δεδομένων, η οποία μέχρι πριν από τρία χρόνια συνεργαζόταν με την Databricks. Ακόμα και σήμερα, το 70% των χρηστών των προϊόντων της Databricks είναι επίσης πελάτες της Snowflake, σύμφωνα με τον αναλυτή τεχνολογίας Brent Bracelin, της Piper Sandler. Πλέον, όμως έχουν αρχίσει να διασταυρώνουν τα ξίφη τους.

“Η Snowflake αναμφισβήτητα είναι εξαιρετική εταιρεία με εξέχουσα θέση, αλλά έχει διευθύνοντα σύμβουλο καριέρας”, λέει ο Horowitz. “Για πόσο ακόμη θα είναι εκεί; Πιθανότατα όχι πολύ”. Με μια ιδρυτική ομάδα που εξακολουθεί να είναι πλήρως αφοσιωμένη στην εταιρεία, “κανείς στον χώρο του λογισμικού δεν πρόκειται να ξεπεράσει σε καινοτομία την Databricks”.

“Ό,τι έχει κάνει η [Databricks] τα τελευταία τρία ή τέσσερα χρόνια, η Snowflake το έκανε πριν οκτώ”, απαντά ο Christian Kleinerman, ανώτερος αντιπρόεδρος προϊόντων στη Snowflake, υποτιμώντας τα εργαλεία αποθήκευσης δεδομένων της Databricks. Ωστόσο, παραδέχεται ότι το επόμενο βήμα της Snowflake, ένας κόμβος όπου οι χρήστες μπορούν να τροφοδοτούν τα δεδομένα τους σε εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης, “συμβαδίζει πολύ” με της Databricks.

Για τον Ghodsi, πάντως, η Snowflake είναι μόνο ένας από τους τέσσερις βασικούς ανταγωνιστές της εταιρείας. Οι άλλοι είναι οι Big Three του cloud: Amazon, Microsoft και Google. Πρόκειται για μια πρόκληση, καθώς και οι τρεις κολοσσοί είναι επενδυτές της Databricks. Όμως, όλοι εδώ και χρόνια αναπτύσσουν τις δικές τους σουίτες ανάλυσης δεδομένων.

Ο Ghodsi γνωρίζει τις απειλές που εγκυμονούν, τόσο οι κολοσσοί της τεχνολογίας όσο και τα “αουτσάιντερ”. Η εταιρεία εκπονεί ασκήσεις “διαχείρισης κρίσεων” κάθε χρόνο – αναπτύσσοντας λεπτομερή σχέδια δράσης σε περίπτωση που η αγορά “στεγνώσει” ή η οικονομία “φρενάρει”.

Όταν ξέσπασε η πανδημία του κορονοϊού, αυτά τα σχέδια βοήθησαν την Databricks να διαχειριστεί τις προκλήσεις που επέφερε η πανδημία, όπως την ανάγκη ψηφιακού μετασχηματισμού των επιχειρήσεων μέσα σε μερικούς μήνες, αντί σε κάποια χρόνια. Ανοίγει γραφεία και “στρατολογεί” τεχνικούς και πωλητές σε όλο τον κόσμο, από την Αυστραλία και την Ινδία έως την Ιαπωνία και τη Σουηδία.

Παράλληλα, ο Ghodsi έχει απορροφηθεί από κάτι πιο επείγον: τον καρκίνο του νεφρού του γιου του. Η τεχνολογία και η ανάλυση δεδομένων έχουν ήδη βοηθήσει τον Ghodsi και τη σύζυγό του να ανακαλύψουν μια γενετική προδιάθεση της νόσου στον γιο τους, πριν εμφανίσει όγκους. Εταιρείες όπως η Databricks βοηθούν τις φαρμακευτικές εταιρείες και τις εταιρείες υγειονομικής περίθαλψης στο επόμενο βήμα τους: να επιταχύνουν την ανάπτυξη νέων θεραπειών μέσω της τεχνητής νοημοσύνης.

“Εάν αυτό συνέβαινε πριν από 10 ή 15 χρόνια, θα είχε πεθάνει. Δεν θα το είχαμε ανακαλύψει πριν ο καρκίνος εξαπλωθεί παντού”, λέει ο Ghodsi. “Αυτού του είδους η τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει”.

Οι επτά συνιδρυτές της Databrick -έξι εκ των οποίων έχουν διδακτορικό στην επιστήμη των υπολογιστών- συνεργάστηκαν αρχικά στο εργαστήριο τεχνητής νοημοσύνης του UC Berkeley. (Όρθιοι από αριστερά) Arsalan Tavakoli (37 ετών), επικεφαλής μηχανικής· Ion Stoica (56), εκτελεστικός πρόεδρος και πρώτος CEO· Andy Konwinski (37), αντιπρόεδρος διαχείρισης προϊόντων· Reynold Xin (35), επικεφαλής λογισμικού· Patrick Wendell (32), αντιπρόεδρος τμήματος μηχανικής. (Καθήμενοι) Ali Ghodsi (42 ετών), CEO, Matei Zaharia (36), επικεφαλής τεχνολόγος. “Πάντοτε θεωρούσαμε τους εαυτούς μας τη μαφία του Berkeley”, λέει ο Γκότση.

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΧΟΛΙΑ

Αφήστε ένα σχόλιο

fifteen − twelve =