Η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα δεν βλέπει στο Βrexit μόνο αρνητικά στοιχεία, αλλά και ότι μπορεί να αποτελεί και επιχειρηματική ευκαιρία, όπως προκύπτει από ρεπορτάζ του Αθηναϊκού/ Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων.
Αν και είναι ακόμα νωρίς να εκτιμήσει κανείς με ασφάλεια το μέγεθος των πιθανών επιπτώσεις καθώς το βάθος και το εύρος των συνεπειών του Brexit θα εξαρτηθεί και από την έκβαση των διαπραγματεύσεων μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωστόσο, παράγοντες της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας προβλέπουν ότι ενδεχομένως θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις και στην ελληνική οικονομία, αλλά θα υπάρξουν και ευκαιρίες.
Όπως σημειώνει το Capital.gr, οι εμπορικοί και οικονομικοί δεσμοί της Ελλάδας με τη Βρετανία έχουν μακρά ιστορία και βαρύνουσα σημασία. Το Ηνωμένο Βασίλειο κατέχει την 7η θέση στους εξαγωγικούς προορισμούς της Ελλάδας με μερίδιο 4,2% (2016) ενώ στη Βρετανία κατοικούν μονίμως 40-45.000 Έλληνες, υπάρχει σημαντική ελληνική φοιτητική παρουσία στα πανεπιστήμια της χώρας, ενώ σημαντική είναι και η δράση γύρω από τον ελληνικό πολιτισμό.
Επίσης, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (σύνολο εμπορίου αγαθών) το 2016 οι δέκα κυριότερες κατηγορίες εξαγομένων ελληνικών προϊόντων είναι: τα φαρμακευτικά, το γάλα και προϊόντα γαλακτοκομίας, τα ηλεκτρικά μηχανήματα και εξοπλισμός, τα παρασκευάσματα λαχανικών καρπών και φρούτων, οι καρποί και φρούτα, ο χαλκός και τεχνουργήματα από χαλκό, το αλουμίνιο και τεχνουργήματα, τα ενδύματα και συμπληρώματα ενδύματος, τα τεχνουργήματα από σίδηρο ή χάλυβα, τα πλαστικά προϊόντα και τα διάφορα παρασκευάσματα διατροφής.
Ουσιαστικά δηλαδή πρόκειται για κομβικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας που στηρίζουν την προσπάθεια αναμόρφωσης του παραγωγικού μοντέλου και με δεδομένο, όπως αναφέρουν οι εκτιμήσεις, ότι το Brexit θα φέρει υποτίμηση της αγγλικής λίρας έναντι του ευρώ αναμένεται τα ελληνικά προϊόντα να χάσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα ένα σημαντικό πλεονέκτημα που ήταν οι χαμηλότερες τιμές τους και να καταστούν ακριβότερα για τους Βρετανούς καταναλωτές, κάτι που σε συνδυασμό με τη μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, θα έχει ως συνέπεια την πτώση της κατανάλωσης και επομένως λιγότερες ελληνικές εξαγωγές. Σε αυτό θα πρέπει να προστεθεί και η εγγενής αδυναμία πρόσβασης σε μεγάλα δίκτυα διανομής που έχουν βάση τη Μεγάλη Βρετανία, πρόβλημα το οποίο ανέδειξε στη γενική συνέλευση του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας. Αυτό το πρόβλημα αναμένεται ότι θα γίνει μεγαλύτερο.
Παράλληλα όμως και στον τουρισμό υπάρχουν σκέψεις ότι ενδέχεται να υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις. Η βρετανική αγορά αποτελεί σημαντική αγορά για την ελληνική τουριστική βιομηχανία. Η υποτίμηση της αγγλικής λίρας κάνει την Ελλάδα ακριβότερη για τους Βρετανούς και άρα λιγότερο επιθυμητό τουριστικό προορισμό, γεγονός που προβληματίζει την ελληνική τουριστική βιομηχανία.
Πρόσφατη μελέτη του Συνδέσμου Τουριστικών Επιχειρήσεων Ελλάδος δείχνει ότι με δεδομένο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για το Brexit, οι αφίξεις και τα έσοδα αναμένεται να επηρεαστούν αρνητικά, λόγω της παρατηρούμενης αβεβαιότητας και διολίσθησης της λίρας καθώς το 30% των Βρετανών που κάνουν διακοπές, τις προγραμματίζουν το τελευταίο δίμηνο. Ωστόσο σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για την κατά κεφαλήν δαπάνη των τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα συγκρίνοντας τα στοιχεία του Δεκεμβρίου 2015 και του Δεκεμβρίου 2016 φαίνεται ότι ήδη υπάρχει σημαντική μείωση των ημερών παραμονής στην Ελλάδα των Βρετανών τουριστών, αλλά το στοιχείο αυτό συνδυάζεται και με την παγκόσμια τάση για περισσότερα ταξίδια με λιγότερες μέρες παραμονής.
«Το Brexit συνιστά ξεκάθαρα μία αποτυχία της Ευρώπης και ένα σήμα κινδύνου για την πορεία της μη ισορροπημένης και δημοκρατικά θεμελιωμένης οικονομικής ολοκλήρωσής της, η οποία πρέπει άμεσα να διορθωθεί αν δεν θέλουμε να έχει συνέχεια. Κι ένας τρόπος να γίνει αυτό είναι να υπάρξει μία εποικοδομητική επαναπροσέγγιση με τη Βρετανία».
Αυτό δήλωσε την εβδομάδα που πέρασε ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, σε ημερίδα με θέμα “Brexit, ευκαιρίες και προκλήσεις για την Ελλάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ κατά την περίοδο των διαπραγματεύσεων και την επόμενη ημέρα”, που διοργάνωσε το Ελληνοβρετανικό Εμπορικό Επιμελητήριο.
Ο κ. Παπαδημητρίου σημείωσε ότι, αναλόγως της εξέλιξης των διαπραγματεύσεων και της συμφωνίας που θα προκύψει μεταξύ Βρετανίας-ΕΕ αναμένεται να προκύψει ένα άμεσο κόστος, από την κάμψη των ελληνικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών και των βρετανικών επενδύσεων ενδεχομένως λόγω της υποτίμησης της βρετανικής στερλίνας, αλλά υπάρχει και το έμμεσο κόστος που μπορεί να προκαλέσει η πιθανή αναστάτωση των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών με συνέπεια την αύξηση του κινδύνου και των επιτοκίων δανεισμού εξαιτίας της κάμψης τιμών των ελληνικών κρατικών ομολόγων.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο υπουργός σημείωσε ότι η νέα εμπορική συμφωνία με τη Βρετανία θα πρέπει να διασφαλίζει την αποτελεσματική πρόσβαση των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών σε μια παραδοσιακή εξαγωγική αγορά, η απώλεια της οποίας θα είχε σημαντικές επιπτώσεις σε τομείς, όπως τα βιομηχανικά προϊόντα (περίπου 350 εκατ. ευρώ), τα χημικά (περίπου 200 εκατ. ευρώ), τα τρόφιμα (περίπου 350 εκατ. ευρώ), ο τουρισμός κ.α.
Από τα στοιχεία, είπε ο υπουργός, συνάγεται πως το Brexit θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στις ελληνικές εξαγωγές και την παραγωγή ορισμένων βιομηχανικών κλάδων (πχ τρόφιμα, φάρμακα), ενώ θα έχει μικρότερη επίπτωση στα τουριστικά έσοδα και τις βρετανικές επενδύσεις στη χώρα και συνέχισε ότι, ειδικά για τις εξαγωγές κάποιων αγροτικών προϊόντων αναμένεται αρνητική εξέλιξη δεδομένου ότι η φιλελεύθερη στάση της Βρετανίας αντίκειται στον προστατευτισμό των χωρών της Ν. Ευρώπης για τα αγροτικά προϊόντα και είναι πιθανόν να λάβει αντίμετρα.
“Όμως, το Brexit αναμένεται να αυξήσει, επίσης, κατά τι, και το κόστος του χρήματος, να περιορίσει ενδεχομένως τις κοινοτικές ενισχύσεις, και να μειώσει τα κέρδη των ναυτιλιακών εταιρειών μέσω της υποτίμησης της στερλίνας, της πιθανής επιβράδυνσης του διεθνούς εμπορίου και της αύξησης των ναύλων” όπως είπε ο κ. Παπαδημητρίου.
Ουδέν κακόν αμιγές καλού
“Ωστόσο, ουδέν κακόν αμιγές καλού” υπογράμμισε ο υπουργός και εξήγησε τη σκέψη του αναφέροντας ότι, αν υπάρξει φυγή από το Λονδίνο κάποιων ναυτιλιακών επιχειρήσεων προς άλλα ναυτιλιακά κέντρα, δεν αποκλείεται να ευνοηθεί και το λιμάνι του Πειραιά, ενώ επενδυτικές ευκαιρίες για την Ελλάδα μπορεί να δημιουργηθούν και στον τομέα της άμυνας-ασφάλειας στο πλαίσιο ανασυγκρότησης της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.
Τέλος, ο υπουργός εκτίμησε ότι ενδέχεται να προσελκυσθούν κάποιες δραστηριότητες ξένων φαρμακευτικών πολυεθνικών από τη Βρετανία στην Ελλάδα λόγω των δυνατοτήτων που προσφέρει η χώρα μας στον κλάδο αυτό.