αρχικηΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΜια “στοιχειωμένη” επένδυση της ΦΑΓΕ στο Λουξεμβούργο

Μια “στοιχειωμένη” επένδυση της ΦΑΓΕ στο Λουξεμβούργο

Ήταν τον Ιούλιο του 2016, όταν η ΦΑΓΕ ανακοίνωνε την πρόθεση της να δημιουργήσει παραγωγική μονάδα στο Λουξεμβούργο. Τέσσερα χρόνια και κάτι ημέρες μετά, εργοστάσιο δεν υπάρχει -με βάση τις αρχικές εκτιμήσεις αυτό θα λειτουργούσε το 2018- αντιθέτως η συγκεκριμένη επένδυση, ύψους 100 εκατ. ευρώ, έχει αποτελέσει πεδίο έντονων διενέξεων στο Μεγάλο Δουκάτο. 

Τελευταίο επεισόδιο ήταν η διενέργεια δημόσιας διαβούλευσης -ολοκληρώθηκε στις 12 Αυγούστου- που πραγματοποιήθηκε για την τύχη της συγκεκριμένης επένδυσης. Τα τοπικά μέσα ενημέρωσης αναφέρουν πως η εταιρεία θα πρέπει να απαντήσει στα σχόλια των πολιτών, τα δημοτικά συμβούλια των Bettembourg και Dudelange να λάβουν απόφαση αν συμφωνούν ή όχι με την επένδυση και τα συναρμόδια υπουργεία να ανάψουν ή όχι το “πράσινο φως”. Ακόμη όμως και αν η απόφαση είναι θετική, για το μέλλον της συγκεκριμένης επένδυσης, η λειτουργία του εργοστασίου δεν πρέπει να αναμένεται πριν από το 2022, δηλαδή στην επέτειο των 10 ετών από την ημέρα που η ΦΑΓΕ μετέφερε την έδρα της, από την Ελλάδα στο Λουξεμβούργο. 

Τα βασικά ερωτήματα που προκύπτουν είναι δύο. Αφενός πόσο έχει κοστίσει, μέχρι στιγμής, στην γαλακτοβιομηχανία αυτή η παγωμένη επένδυση και αφετέρου αν η οικογένεια Φιλίππου θα εγκαταλείψει την προσπάθεια στο Λουξεμβούργο, αναζητώντας νέα “εδάφη” για να δημιουργήσει δεύτερη παραγωγική μονάδα στην Ευρώπη. Αν σταθούμε σε όσα είχε πει τον Ιούλιο του 2016, ο COO της ΦΑΓΕ International SA, Κυριάκος Φιλίππου, η δημιουργία δεύτερου εργοστασίου της γαλακτοβιομηχανίας στην Ευρώπη ήταν υψίστης σημασίας. Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος τότε, το συγκεκριμένο εργοστάσιο (σ.σ. στο Λουξεμβούργο) θα εξυπηρετούσε την ευρωπαϊκή αγορά και η ετήσια παραγωγική του δυναμικότητά θα ήταν, με βάση τις αρχικές εκτιμήσεις, 40.000 τόννους γιαούρτης. Κάτι που μέχρι στιγμής δεν έχει βγει. 

Εκτός από τα προβλήματα στο Μεγάλο Δουκάτο, η ΦΑΓΕ συνεχίζει να χάνει θέσεις στις βασικές αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται. Πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αγορά της Ελλάδας. Το δεύτερο τρίμηνο του έτους, δηλαδή εν μέσω της πανδημίας και του lockdown, περίοδο όπου ο τζίρος στα σούπερ μάρκετ έπιασαν “ταβάνι”, οι πωλήσεις της σε όγκο υποχώρησαν 9,4%. 

Στο β’ τρίμηνο του 2020 οι πωλήσεις σε αξία κατέγραψαν οριακή μείωση 0,8% στα 129,4 εκατ. δολ., με τις πωλήσεις της σε όγκο να έχουν σημειώσει άνοδο 5,1%. Στις ΗΠΑ, στην Ελλάδα και στην Ιταλία, οι πωλήσεις της σε αξία υποχώρησαν κατά  0,3%, 8,2% and 6,9%, αντίστοιχα, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν κατά 16,5%. Σε επίπεδο όγκου πωλήσεων, άνοδος καταγράφηκε το δεύτερο τρίμηνο, σε ΗΠΑ, Ιταλία και Ηνωμένο Βασίλειο κατά 7,7%, 1,4% και 20,3% αντίστοιχα και πτώση 9,4% στην Ελλάδα. Το μικτό κέρδος αυξήθηκε 2,5%, ως απόρροια της μείωσης κατά 9,2% των τιμών των πρώτων υλών στις ΗΠΑ -στην Ελλάδα οι τιμές αυξήθηκαν 10,8%, τα λειτουργικά κέρδη αυξήθηκαν 17,7%, και τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν στα 25,3 εκατ. δολ. από 17,6 εκατ. δολ. το αντίστοιχο διάστημα, έναν χρόνο πριν.

Σε επίπεδο πρώτου εξαμήνου οι πωλήσεις της, αυξήθηκαν 1% σε αξία, “πιάνοντας” τα 261 εκατ. δολ. και σε όγκο κατά 6,8%. Απόκλιση η οποία αποδίδεται από τη διοίκηση του ομίλου στη μείωση κατά 4,7% των τιμών (σε όλες τις αγορές δραστηριοποίησης της) και στην επίδραση της συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ/δολ. κατά 1,1%. 

Σε ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και Ιταλία, οι πωλήσεις της σε αξία αυξήθηκαν 0,8%, 6,2% και 2,8% αντίστοιχα, ενώ πτώση 3,3% σημείωσαν στην Ελλάδα. Σε όγκο οι πωλήσεις της σε ΗΠΑ, Ιταλία και Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν 8,3%, 6,7% and 10,5%, αντίστοιχα, ενώ στην Ελλάδα καταγράφηκε κάμψη όγκου πωλήσεων κατά 1,2%. Στις ΗΠΑ, οι πωλήσεις του ελληνικού γιαουρτιού, τις 13 εβδομάδες πριν την 4η Ιουλίου, σύμφωνα με στοιχεία από τη Nielsen και την Total US Food, που επικαλείται ο βασικός ανταγωνιστής της ΦΑΓΕ, η εταιρεία Chobani, αυξήθηκαν κατά 10%.

Αναφορικά με τις εκτιμήσεις για το μέλλον, η διοίκηση της ΦΑΓΕ διατηρεί επιφυλάξεις για την πορεία των επομένων μηνών κυρίως λόγω της αβεβαιότητας για την πανδημία, αλλά και του αυξημένου ανταγωνισμού τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες αγορές.

Πηγή: Capital.gr

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΧΟΛΙΑ

Αφήστε ένα σχόλιο

17 + 18 =