Λογιστές, δικηγόροι, μεσίτες ακινήτων, συμβολαιογράφοι και όσοι παρέχουν υπηρεσίες εμβασμάτων περιλαμβάνονται στους κλάδους υψηλής επικινδυνότητας για συνέργεια στην νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Αυτό δείχνει η πρώτη έκθεση Εκτίμησης Κινδύνου για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, που εκπονήθηκε στην Ελλάδα σύμφωνα με την Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 (4η οδηγία της ΕΕ)1 και τα διεθνή πρότυπα.
Από τα συμπεράσματα της έρευνας προκύπτει ότι ; απειλή για ξέπλυμα χρήματος και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας για τον τραπεζικό κλάδο και τον κλάδο των παρόχων υπηρεσιών εμβασμάτων έχει αξιολογηθεί ως «Υψηλή». Ομοίως «Υψηλή» είναι η απειλή για τους λογιστές, τους δικηγόρους και τους μεσίτες ακινήτων. Η Ελλάδα δεν αποτελεί χώρα τοποθέτησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες7. Κατά τα έτη 2014-2016, έχει παρατηρηθεί αύξηση των επενδύσεων στην αγορά ακινήτων από αλλοδαπούς υπηκόους8 και εταιρίες, μέρος των οποίων ενδεχομένως αποτελούν συναλλαγές υψηλού κινδύνου. Το εθνικό επίπεδο απειλής αξιολογείται «Μέσο-Υψηλό».
“Φρένο” στο ξέπλυμα χρήματος από τα capital control
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι η ελκυστικότητα του τραπεζικού τομέα για σκοπούς ξεπλύματος χρήματος έχει περιοριστεί τα τελευταία έτη (π.χ. μείωση από το 2012 των αναφορών ύποπτων συναλλαγών κατά 41% και των συναλλαγών με μετρητά στα πιστωτικά ιδρύματα κατά 80%), γεγονός που αποδίδεται:
– Στην επιβολή από το 2015 ελέγχων ανάληψης μετρητών και κίνησης κεφαλαίων προς το εξωτερικό,
– Στην ανάπτυξη από το 2011 ισχυρών εργαλείων από τις φορολογικές αρχές, με σκοπό τον εντοπισμό φοροδιαφυγής μέσω του τραπεζικού συστήματος. Τα εργαλεία περιλαμβάνουν τόσο συστηματικές αναφορές για συναλλαγές πελατών που υποβάλλονται από τα ΠΙ προς τις αρχές, όσο και αντίστροφα, συστήματα
Η πρόσβασης των αρχών στους τραπεζικούς λογαριασμούς, ύστερα από σχετικά αιτήματα των ΔΟΥ και των ελεγκτικών κέντρων, που τηρούνται στα ΠΙ (μητρώο τραπεζικών λογαριασμών). •
– Στην αποτελεσματική χρήση των ανωτέρω εργαλείων, όπως υποδηλώνει η αυξητική τάση των βεβαιωμένων επιπρόσθετων φόρων από το 2012, αλλά και ο σημαντικός αριθμός των δεσμεύσεων που έχουν επιβληθεί.
Οι ανωτέρω παράγοντες, σε συνδυασμό με την ισχυροποίηση των γενικών μηχανισμών ελέγχου και πρόληψης ΞΧ/ΧΤ (πχ προσθήκη διατάξεων για θέματα φοροδιαφυγής από το 2012 στο κανονιστικό πλαίσιο, εποπτικές, οργανωτικές και μηχανογραφικές συνέργειες λόγω συγκέντρωσης του κλάδου κ.λπ.) έχουν αυξήσει το βαθμό δυσκολίας διενέργειας ή την πιθανότητα εντοπισμού τραπεζικών συναλλαγών που αποσκοπούν στη νομιμοποίηση ή απόκρυψη παράνομων κεφαλαίων (πχ μέσω μεταφοράς στο εξωτερικό, ή ανάληψής τους σε μετρητά). Στο πλαίσιο αυτό το επίπεδο απειλής για τον Τραπεζικό τομέα, αν και μειούμενο, εκτιμάται «Υψηλό».
Κεφαλαιαγορά χαμηλοί τζίροι, χαμηλός κίνδυνος
Χαμηλός χαρακτηρίζεται ο κίνδυνος του κινδύνου για ξέπλυμα χρήματος μέσα από την κεφαλαιαγορά λόγω χμαηλής ανταλλακτικής δραστηριότητας .
Όπως τονίζεται ο τομέας της κεφαλαιαγοράς δεν είναι ο πρωταρχικός τομέας που θα χρησιμοποιήσουν οι εγκληματικές ομάδες. Ο κύριος λόγος για αυτό είναι ο σχετικά χαμηλός σε σχέση με το παρελθόν, κύκλος εργασιών στο Χρηματιστήριο Αθηνών, η μικρή αξία των κεφαλαίων υπό διαχείριση, η αυξημένη πολυπλοκότητα και η επιβολή περιοριστικών μέτρων στην κίνηση κεφαλαίων από τον Ιούνιο του 2015. Παρόλα αυτά, η αγορά κινητών αξιών μπορεί ενδεχομένως να χρησιμοποιηθεί από εγκληματίες που αναζητούν περίπλοκα συστήματα για τη νομιμοποίηση εσόδων ενώ δεν έχουν παρατηρηθεί περιστατικά νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές πράξεις που διαπράχθηκαν στο εξωτερικό.
Οι επικίνδυνοι κλάδοι
Οι πλέον επικίνδυνοι είναι οι κλάδοι που μπορούν να διακινούν μεγάλα ποσά μέσω παροχής προϊόντων και υπηρεσιών Συγκεκριμένα :
– Οι συμβολαιογράφοι, οι δικηγόροι και οι μεσίτες ακινήτων που μεσολαβούν στις αγοραπωλησίες ακινήτων, δύναται να συμμετέχουν στη φοροδιαφυγή, η οποία αποτελεί βασικό αδίκημα του ξεπλύματος χρήματος και χρησιμοποιούνται συχνά ως διαμεσολαβητές για τη νομιμοποίηση εσόδων, προερχόμενων από διαφθορά και παράνομη διακίνηση ναρκωτικών, πολλές φορές και εν αγνοία τους. Τα στοιχεία από τους φορολογικούς ελέγχους έδειξαν ότι οι πραγματικές τιμές πώλησης των ακινήτων ήταν συνήθως και για μεγάλο χρονικό διάστημα, ιδιαίτερα πριν από την οικονομική κρίση, κατά πολύ μεγαλύτερες σε σχέση με την αναγραφόμενη στο συμβόλαιο τιμή, που συνέπιπτε με την αντικειμενική αξία του ακινήτου. Κατά συνέπεια οι αγοραστές κατέβαλαν φόρο κατά πολύ μικρότερο του αναλογούντος.
– Όσον αφορά στους δικηγόρους, συμβολαιογράφους και λογιστές – φοροτεχνικούς, η απειλή για ξέπλυμα χρήματος σχετίζεται με τη συμμετοχή τους στη δημιουργία, τη λειτουργία ή τη διαχείριση εταιρειών, δεδομένου ότι ορισμένες φορές επιχειρείται νομιμοποίηση εσόδων από τα βασικά εγκλήματα (π.χ. διακίνηση ναρκωτικών) μέσω νέων ή υφιστάμενων επιχειρήσεων.
– Οι έμποροι αγαθών υψηλής αξίας χρησιμοποιούνται από εγκληματικές ομάδες για να νομιμοποιήσουν τα έσοδα από παράνομη δραστηριότητα, η οποία αφορά κυρίως σε λαθρεμπόριο ή αδικήματα κατά της ιδιοκτησίας. Το επίπεδο απειλής για τον κλάδο χαρακτηρίζεται ως «Μέσο», τα δε προϊόντα του εγκλήματος, τα οποία προέρχονται κυρίως από εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας νομιμοποιούνται και μέσω των ενεχυροδανειστών. Το επίπεδο απειλής για τον κλάδο χαρακτηρίζεται ως “μέσο”.
Πηγή: News247.gr