Ως προς τον πιο αποτελεσματικό τρόπο ενίσχυσης της οικονομικής και της κοινωνικής σταθερότητας και ανάπτυξης της χώρας, τη διασφάλιση ενός αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου για τους εργαζομένους και τις οικογένειές τους και τη δίκαιη διανομή της προσδοκώμενης, βάσει επίσημων προβλέψεων, αύξησης του ΑΕΠ το 2021 και το 2022, η πρόταση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ είναι η εξής: Άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού στο ύψος των 751 ευρώ μηνιαίως στο πλαίσιο ενός χρονοδιαγράμματος με τιμή αναφοράς το 60% του διάμεσου ακαθάριστου μισθού των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης.
«Για το 2021, η πρότασή μας είναι ο κατώτατος μισθός να ανέλθει στα 751 ευρώ και στη συνέχεια να προσαρμοστεί στο 60% του διάμεσου μισθού βάσει των στοιχείων του ΟΟΣΑ, δηλαδή στα 809 ευρώ», τονίζει.
Η θέση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ είναι ότι, για να είναι επαρκές το επίπεδο του κατώτατου μισθού, θα πρέπει να αντιστοιχεί στο ύψος του μισθού αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Οπως αναφέρει μεταξύ άλλων, η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα είναι η 5η χαμηλότερη σε όλη την ΕΕ. Επιπλέον, η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος-μέλος το οποίο υπέστη απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού σε σχέση με το επίπεδο του 2010 (-9,45%), όταν στα υπόλοιπα κράτη-μέλη υπήρξε πολύ μεγάλη αύξηση. Παρατηρούμε επίσης ότι η χώρα μας με λιγότερα από 4,5 ευρώ ίδιας αγοραστικής δύναμης έχει πλέον χαμηλότερη πραγματική αγοραστική δύναμη από ορισμένα κράτη-μέλη της ανατολικής Ευρώπης, καθώς το κόστος διαβίωσης στην Ελλάδα είναι σημαντικά υψηλότερο.
Μια αύξηση του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα στο 60% του διάμεσου μισθού θα επηρεάσει το 34% των απασχολουμένων, που είναι το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ, αναφέρει το ΙΝΕ ΓΣΕΕ.